Της Κατερίνας Μουστάκα
Θεολόγος – Καθηγήτρια Αγγλικών
Ξεκινάω το παρόν άρθρο μου, με έναυσμα το συναίσθημα. Στ’ αλήθεια, πόσες βόλτες θα μπορούσε να έχει απολαύσει το παιδί μου, ως βρέφος και ως νήπιο και τις στερήθηκε! Πόσους περιπάτους με την πρόγιαγιά του, που πρόλαβε να δει δισέγγονο, τις ηλιόλουστες μέρες της Άνοιξης και τα δροσερά απογεύματα του Φθινοπώρου! Όμως, πώς; Με αυτοκίνητο; Τότε δεν θα ήταν περίπατος! Με το παιδικό καροτσάκι γίνονται οι βόλτες! Μα …πού να το σύρεις; Για να πας στα τεράστια πεζοδρόμια της Βεΐκου, χρειάζεσαι αυτοκίνητο. Γιατί πουθενά αλλού στο Γαλάτσι δεν υπάρχουν πεζοδρόμια!!!
Και ασφαλώς, δεν είναι τα μεγάλα ή μικρότερα έργα της τελευταίας περιόδου που ευθύνονται γι’αυτό. Το πρόβλημα έχει ύπαρξη διαχρονική! Ο νόμος περί ενάμιση μέτρου, που δικαιωματικά πρέπει να απολαμβάνει ο πεζός – ελεύθερη ζώνη όδευσης πεζών -, σε ελάχιστες περιπτώσεις εφαρμόζεται. Και δε νομίζω ότι χρειάζεται να παραθέσω φωτογραφικό υλικό που να το αποδεικνύει… Έχουμε όλοι μας ιδίαν πείραν…
Από τη μία τα δέντρα, που στην πλειοψηφία τους φυτεύτηκαν από τους παππούδες και τις γιαγιάδες μας, σε θέσεις που τότε δεν αποτελούσαν πρόβλημα και που δεν είχε υπολογιστεί το εύρος στο οποίο θα έφταναν οι ρίζες τους, ανασηκώνοντας τις πεζοδρομιακές πλάκες κι από την άλλη, οι παντός είδους πινακίδες και κολώνες. Τι να πρωτοπροσέξεις; Μα και να προσέξεις, πάλι δεν υπάρχει χώρος να βαδίσεις! Θα πρέπει να κατέβεις από το «πεζοδρόμιο» και να περπατάς στο δρόμο. Οποία παράνοια!
Καθημερινά ευχαριστώ τον Θεό που είμαι αρτιμελής! Δεν ξέρω αν θα οδηγούμουν τελικά στο απονενοημένο διάβημα, αφού, το όποιο κράτος με τα όργανά του μου στερούν την αξιοπρέπεια και την ελευθερία μου, καθηλώνοντάς με, όχι απλώς σ’ένα αναπηρικό αμαξίδιο, αλλά διά βίου σε ένα τσιμεντένιο κλουβί… Υποτίθεται, ότι οι πρόγονοί μας άφησαν τη δύσκολη ζωή της επαρχίας, για να βρουν «την τύχη τους» στην πρωτεύουσα. Πού να φανταστούν, ότι λίγες μόνο δεκαετίες μετά, η ζωή και η μετακίνηση στην πρωτεύουσα αυτή, θα ήταν αφόρητη;
Κι ως προς τα ήδη υπάρχοντα δέντρα, θα μπορούσαν να γίνουν τα εξής τινά: είτε να μεταφυτευτούν – στην πλειοψηφία τους – στα άλση και τις πλατείες του Γαλατσίου, είτε να υπάρξει, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες και όπου το επιτρέπει ο υπάρχων χώρος, ένα σιδερένιο πλαίσιο για τις ρίζες τους. Αναφορικά με τις πινακίδες και τις κολόνες, ας γίνει επιτέλους ένας σχεδιασμός, για την καλύτερη δυνατή τοποθέτησή τους κι ας ενημερωθούν οι αρμόδιοι κατά περίπτωση φορείς, για τη μεταφορά τους.
Όσα και να πεις και ό,τι και να γράψεις, πάλι λίγα θα είναι για να περιγράψεις την προσπάθεια να μετακινηθεί κάποιος πεζός στους δρόμους και τα στενά του Γαλατσίου. Αλήθεια, τα Δημοτικά τέλη ποιές ακριβώς ανάγκες καλύπτουν; Τους σπασμένους κάδους, τον μειωμένο δημόσιο φωτισμό ή τις πλάκες που επανατοποθετούν οι εταιρίες που σκάβουν τα πεζοδρόμια; Και τέλος πάντων, μπορεί να είμαι μία απλή πολίτης και να μη γνωρίζω τα οικονομικά του Δήμου, όμως, ακριβώς ως απλή δημότης αναρωτιέμαι, τι επενδύσεις έγιναν με τα χρήματα που δόθηκαν και δίνονται από γνωστά τηλεπαιχνίδια, shows και ομιλίες – συγκεντρώσεις που πραγματοποιούνται στο Γαλάτσι; Μέρος αυτών δεν θα μπορούσε να έχει βελτιώσει την πεζή – κυριολεκτικά και μεταφορικά – καθημερινότητά μας;
Ζω στο κέντρο της Ελλάδας και απαιτώ να προχωράω πεζός, ως πολίτης Ευρωπαϊκής πρωτεύουσας και όχι σαν τα κρι- κρι της Κρήτης- που προσπαθούν να ισορροπήσουν στα βράχια – ανεβαίνοντας κι εγώ στο σπίτι μου στα Κρητικά!