Του Οικονόμου Ιωάννη
Διοικητικός Υπάλληλος ΕΦΚΑ (πρώην ΙΚΑ)
Γενικός Γραμματέας ΠΟΑΕΑ (Παράρτημα Βορειοανατολικής Αττικής)
Πτυχιούχος Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών Ε.Α.Π.
Τα περιστατικά βίας κατά των γυναικών, αν και δεν είναι τωρινό φαινόμενο, εντάθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια, κατά την περίοδο της πανδημίας, με την υποχρεωτική παραμονή του πληθυσμού στα σπίτια του, μέτρο επιβεβλημένο από την πολιτεία, για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης του νέου κορονοϊού. Τα αίτια γέννησης τέτοιων φαινομένων, που πολλές φορές επιφέρουν ακόμα και τον θάνατο γυναικών, ανάγονται στις κοινωνικές αντιλήψεις και πρακτικές, που εμποδίζουν την ισότιμη αντιμετώπιση των γυναικών από τους άνδρες και την εδραίωση προοδευτικών και φεμινιστικών αντιλήψεων, έτσι ώστε το γυναικείο φύλο να έχει ισάξια θέση στα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτισμικά δρώμενα.
Η ριζική αναδιαμόρφωση του οικογενειακού δικαίου στην Ελλάδα το 1983, έβαλε τις βάσεις για μια ισότιμη σχέση στην οικογένεια, μεταξύ αντρών και γυναικών, αλλά και μεταξύ γονέων και τέκνων. Μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους, και μέσα από πολιτισμικές, οικονομικές και κοινωνικές ζυμώσεις, ωρίμασαν οι συνθήκες για την ανάδειξη της γυναίκας σε αυτόνομη προσωπικότητα, που διεκδικεί επί ίσοις όροις, ισότιμη θέση με τον άνδρα, τόσο στην οικογένεια όσο και ευρύτερα στον δημόσιο και τον πολιτικό βίο. Παρά το γεγονός όμως, της απαξίωσης της απαρχαιωμένης πατριαρχικής παράδοσης, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις δυτικές κοινωνίες, συνεχίζουν να επιβιώνουν στοιχεία πατριαρχικού χαρακτήρα, βασισμένα στην αδρανοποιημένη κληρονομική αντίληψη περί δήθεν κατωτερότητας των γυναικών.
Η επιβίωση αυτών των αναχρονιστικών πατριαρχικών στοιχείων στη συνείδηση αρκετών ανθρώπων, έχει τις ρίζες της σε πολλούς παράγοντες.
Η ίδια η εκκλησία, ακόμα και σήμερα διαχωρίζει τους πιστούς ανάλογα με το φύλο τοποθετώντας τις γυναίκες σε ειδικό χώρο στους Ναούς, τον λεγόμενο «γυναικωνίτη». Ακόμα και στα ιερά ευαγγελικά κείμενα υφίσταται ο διαχωρισμός! «Ο ανήρ κεφαλή της γυναικός εστίν», και «η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα».
Είναι πολύ εύκολο να παρασυρθεί κάποιος, ειδικά όταν δεν διαθέτει και την στοιχειώδη φιλολογική γνώση, σε παρερμηνεία της λέξης «φοβήται» αντί της σωστής «να σέβεται». Οι άντρες που παρερμηνεύουν τα νοήματα των ιερών κειμένων και υιοθετούν ρόλο φόβητρου στην οικογένεια, είναι κατά βάθος ήδη προδιατεθειμένοι να διαπράξουν βία κατά της γυναίκας και των παιδιών τους. Επίσης, η σχέση εξουσίας που αποπνέεται από τους υψηλόβαθμους ιεράρχες, προς τα αδύναμα μέλη του ποιμνίου, γυναίκες και παιδιά, πολλές φορές οδηγεί στην εκμετάλλευσή τους.
Η αρνητική συνδρομή της τηλεόρασης και των άλλων μέσων με διάφορα reality shows, στην προβολή ενός γυναικείου προτύπου που μεταχειρίζεται κάθε μέσο, θεμιτό ή αθέμιτο, για να κερδίσει την προτίμηση του άντρα που συμμετέχει στο «παιχνίδι», υποτιμά την γυναικεία φύση και συμβάλλει στον ευτελισμό της εικόνας της.
Αλλά μία από τις πιο σημαντικές αιτίες για την συντήρηση πατριαρχικών ιδεοληψιών, είναι η διάλυση του κοινωνικού κράτους πρόνοιας και η πορεία προς ένα πρότυπο ελάχιστης κρατικής παρέμβασης και ασυδοσίας της αγοράς, που οδηγεί τις σύγχρονες κοινωνίες σε ελεύθερη πτώση και απόγνωση που προκαλεί ο αχαλίνωτος καπιταλισμός, προσφέροντας όλο και πιο λίγες θέσεις και ευκαιρίες μισθωτής εργασίας με σταθερό εργασιακό καθεστώς, ικανοποιητικές απολαβές και κοινωνική ασφάλεια.
Παρά το γεγονός ότι συζητείται η θέσπιση νόμων που θα καθιστούν τη γυναικοκτονία ειδική περίπτωση εγκλήματος, εντούτοις η συνθήκη διάπραξης του εγκλήματος μένει στο απυρόβλητο, σε ότι αφορά την αντιμετώπισή της. Η πατριαρχία δεν είναι αντικείμενο συζήτησης, παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονται από γυναικεία κινήματα και οργανώσεις. Έτσι η γυναικοκτονία αποσπάται από τον χωροχρόνο, και προσλαμβάνεται ως ζήτημα που άπτεται της φυσικής αδυναμίας των γυναικών που πρέπει να προστατευθεί με τη θέσπιση ειδικών κανόνων.
Η λήψη συντονισμένων μέτρων προστασίας από το κράτος υπέρ των θυμάτων της έμφυλης βίας, όπως ταιριάζει σε ένα κοινωνικό κράτος δικαίου, θα πρέπει να είναι απόλυτη προτεραιότητα. Για να γίνει επιτέλους αποδεκτό στη συνείδηση της κοινής γνώμης ότι οι γυναίκες αυτοκαθορίζονται και αυτοδιαθέτονται ως αυτόνομες προσωπικότητες ισότιμα με τους άνδρες σε όλους τους τομείς της ιδιωτικής αλλά και της δημόσιας ζωής.
Επίσης, ανάλογη συνειδητοποίηση και από τη μεριά των ανδρών, θα αποβεί λυτρωτική για μια σημαντική μερίδα αντρικού πληθυσμού, που θα πρέπει να υπερκεράσει αναχρονιστικές αντιλήψεις και εσωτερικές ελλειμματικές πρακτικές και δοξασίες, που την κρατάει κολλημένη σε μια κατάσταση βάναυσης συμπεριφοράς και απανθρωπιάς.