Ο Ανδρέας Λ. Λάμπρης (Δικηγόρος Μ.Δ.Ε.-Πτυχιούχος Πολιτικών Επιστημών & Δημ. Διοίκησης) γράφει:
Πρόκειται για ένα κοινωνικό φαινόμενο, που παρατηρείτο, αλλά και παρατηρείται παντού, μολονότι τις τελευταίες μέρες τα φώτα της δημοσιότητας έχουν πέσει κυρίως στους χώρους της τέχνης, του θεάματος, του αθλητισμού. Και φυσικά αφορά σε άνδρα ή σε γυναίκα ως θύμα. Αλήθεια, ποιος από εμάς δεν έχει ακούσει για περιστατικό σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο επαγγελματικής απασχόλησής του ή στο χώρο εργασίας τρίτου; Και ποιο από αυτά έχει καταγγελθεί ή ποιο από αυτά έχει «κουκουλωθεί»;Άραγε θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης δεν υπήρξαν στο παρελθόν και στους χώρους εργασίας; Μα φυσικά και υπήρξαν.
Σύμφωνα με το ά. 2 του ν. 3896/2010, όπως ισχύει σήμερα, «σεξουαλική παρενόχληση συνιστά οποιαδήποτε μορφή ανεπιθύμητης λεκτικής, ψυχολογικής ή σωματικής συμπεριφοράς σεξουαλικού χαρακτήρα με αποτέλεσμα την προσβολή της προσωπικότητας ενός προσώπου, ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος γύρω από αυτό».
Αρχικά, η σεξουαλική παρενόχληση έχει αρνητικές επιπτώσεις στη σωματική και στην ψυχική υγεία, στην οικογένεια, στην επίδοση εργασίας και στην απόδοση του θύματος, το οποίο κλείνεται στον εαυτό του και, καταπιεζόμενο, αποκόπτεται από τον κοινωνικό του περίγυρο. Ο φόβος του θύματος να μην πάρει έκταση το «προσωπικό του βίωμα», να μην επέλθει κοινωνικός στιγματισμός, να μη δεχτεί εκδικητική συμπεριφορά από το δράστη – εργοδότη, ο οποίος μπορεί να φτάσει μέχρι και στην απόλυση, στην αλλαγή τόπου εργασίας, στον υποβιβασμό καθηκόντων του θύματος, καθίσταται συνεχής. Τί γίνεται όταν δεν υπάρχουν μάρτυρες; Τί γίνεται όταν ο δράστης ενεργεί κατ’ επιλογή, όταν δεν υπάρχουν άλλοι εργαζόμενοι στο χώρο; Αναπόφευκτα, το στρες, που το θύμα βιώνει, το επηρεάζει στις διαπροσωπικές του σχέσεις, στη συμπεριφορά του, καθώς η ανασφάλεια κυριαρχεί, ενώ οδηγείται στην εσωστρέφεια, στην απομόνωση, στην κατάθλιψη, φοβούμενο ακόμα και την πιθανότητα να μείνει άνεργο ή και την πιθανότητα να δεχτεί απειλές για τη ζωή του από το δράστη.
Μολονότι δεν έχει κυρωθείακόμα από την Ελλάδα η Διεθνής Σύμβαση Εργασίας «190» σχετικά με την εξάλειψη της βίας και της παρενόχλησης στον κόσμο της εργασίας, ενώ ταυτόχρονα η σεξουαλική παρενόχληση σε χώρο εργασίας δε συνιστά αυτοτελές ποινικό αδίκημα, κρίσιμες είναι παρεμφερείς διατάξεις του ισχύοντος Ποινικού Κώδικα περί προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας, περί βιασμού, περί γενετήσιας πράξης με κατάχρηση εξουσίας στα πλαίσια εκμετάλλευσης εργασιακών συνθηκών – αναγκών (άρθρα 337, 336, 343 Ποινικού Κώδικα).
Επιπλέον, σε επίπεδο αστικού δικαίου, η σεξουαλική παρενόχληση στο χώρο εργασίας συνιστά προσβολή της προσωπικότητας του θύματος – εργαζόμενου, ταυτόχρονα δε συνιστά μείωση της επαγγελματικής και προσωπικής του υπόληψης, δηλαδή αδικοπραξία, εξαιτίας της οποίας το θύμα μπορεί να αξιώσει με αγωγή την παράλειψη περαιτέρω προσβολής στο μέλλον και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (άρθρα 57, 59, 914, 932, 281 Αστικού Κώδικα), ενώ με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων μπορεί να αξιώσει να διαταχθούν ειδικά περιοριστικά μέτρα έναντι του δράστη. Μάλιστα, τυχόν απόλυση του θύματος – πιθανόν λόγω αντίδρασης του τελευταίου – είναι καταχρηστική, επομένως άκυρη.
Περαιτέρω, σε επίπεδο εργατικού δικαίου, ο εργοδότης υποχρεώνεται να σέβεται την προσωπικότητα του εργαζόμενου, ο οποίος εξαιτίας ακριβώς σεξουαλικής παρενόχλησης από τον εργοδότη του υφίσταται ηθική βλάβη, η οποία καθιστά πλέον αδύνατη τη συνέχιση της απασχόλησής του με πνεύμα συνεργασίας, αλληλοκατανόησης στο εν λόγω περιβάλλον εργασίας. Σε αυτήν την περίπτωση, μπορεί το θύμα να θεωρήσει ότι υφίσταται μονομερής βλαπτική μεταβολή των εργασιακών όρων από πλευράς εργοδότη και να απαιτήσει ανάλογη αποζημίωση (ν. 2112/1920, άρθρα 288, 648, 652, 656 Αστικού Κώδικα).
Ακόμα, όποιος δημόσιος υπάλληλος υποστεί σεξουαλική παρενόχληση από συνάδελφό του, μπορεί να κινήσει πειθαρχική διαδικασία με βάση τον Υπαλληλικό Κώδικα. Από την άλλη πλευρά, ιδιωτικός υπάλληλος, που υφίσταται σεξουαλική παρενόχληση, μπορεί να υποβάλει αναφορά στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας προς επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε βάρος του εργοδότη. Πάντως, το θύμα, δημόσιος ή ιδιωτικός υπάλληλος , μπορεί να υποβάλει αναφορά στο Συνήγορο του Πολίτη, εφόσον υποστεί σεξουαλική παρενόχληση.
Συμπερασματικά, η σεξουαλική παρενόχληση, αν και υπαρκτή σε κάθε πτυχή της ζωής μας, και στους χώρους εργασίας, αντιμετωπίζεται ως «ταμπού». Τέτοιου είδους συμπεριφορές πρέπει να στηλιτεύονται, να καταγγέλλονται στις δικαστικές αρχές και να διώκονται, ώστε μέσα από την τιμωρία του δράστη να αποτρέπονται οι υπόλοιποι. Η Πολιτεία οφείλει να εμπλουτίζει το νομικό της οπλοστάσιο αντιμετωπίζοντας πιο αποτελεσματικά αυτή τη «μάστιγα» σε βάρος ανδρών και γυναικών. Η ανάγκη η σεξουαλική παρενόχληση να αποτελεί αυτοτελές έγκλημα στο χώρο εργασίας καθίσταται ολοένα και πιο μεγάλη. Ο φόβος του πιθανού διασυρμού, της διαπόμπευσης του εργαζόμενου – θύματος, και η αβεβαιότητα περί πιθανής ανεπιτυχούς έκβασης μιας δυσαπόδεικτης δίκης πρέπει να δώσει τη θέση του στη δημοσιοποίηση, στην κοινωνική αφύπνιση και εγρήγορση, με σεβασμό στην ανθρώπινη αξία και αξιοπρέπεια, στην κοινωνική ισότητα των δύο φύλων, στην προστασία ψυχικής και σωματική υγείας των εργαζόμενων.Είναι καιρός να τερματισθεί η μακρά σιωπή των θυμάτων και η κοινωνική ανοχή σε τέτοιες παράνομες συμπεριφορές.